Παρακαλώ, οι υπεύθυνοι ας προσέξουν πού χωροθετούν τους φάρους. Υπάρχουν κάποιοι καπετάνιοι, βαρύθυμοι κι αμίλητοι συνήθως, που τους ελκύει το φως σαν νυχτοπεταλούδες.
Είχα γνωρίσει έναν τέτοιο κάποτε. Ήταν υπαίτιος τεσσάρων ναυαγίων. Παροπλισμένος πια σαν τα καράβια του, κατέληξε να μπεκροπίνει στο λιμάνι. Φορούσε πάντοτε μαύρα γυαλιά. Ανώφελα, η ζημιά είχε γίνει.
Στις επετείους των ναυαγίων του μου διηγούνταν, με διαφορετικές κάθε φορά λεπτομέρειες, τις ιστορίες του και δάκρυζε. Άνοιγε τότε την ομπρέλα του που ήταν γυρισμένη ανάποδα και τα δάκρυα γλιστρούσαν πάνω της και ανέβαιναν στον ουρανό κι έφτιαχναν μαύρα σύννεφα.
Σημειώστε αυτή τη λεπτομέρεια, παρακαλώ, συμπαθείς βιοτέχνες. Έτσι θα έπρεπε να κατασκευάζονται οι ομπρέλες των ευαίσθητων ψυχών. Να μην κυλούν τα δάκρυά τους στα δικά μας μάτια.
Τον είχα χάσει για καιρό. Όταν τον ξανάδα, φαινόταν καταβεβλημένος. Αναρωτήθηκα για την αιτία.
Οι γυναίκες, μου είπε. Οι γυναίκες είναι φάροι.
Το ήξερα αυτό, είχε δίκιο, αν και ποτέ δεν το είχα σκεφθεί με αυτές τις λέξεις. Αυτός ήταν ο λόγος που μπεκρόπινα κι εγώ μαζί του.
Η κατάστασή του χειροτέρεψε. Μια μέρα άρχισε να κατεβαίνει μια σκάλα. Η σκάλα αυτή δεν υπήρχε πριν, τα σκαλοπάτια της φτιάχνονταν καθώς τα κατέβαινε. Του φώναξα, δεν με άκουγε. Τον κοίταζα μέχρι που χάθηκε και το χώμα, ελαφρύ, έκλεισε πίσω του.
Παρακαλώ, ας μεριμνήσουν οι αρχιτέκτονες, τις σκάλες να τις σχεδιάζουν έτσι που μόνο να ανεβαίνουν. Η κάθοδος διεγείρει άσχημες σκέψεις, ιδίως σε άτομα βαρύθυμα κι αμίλητα.
Αν αρχίσεις να τις κατεβαίνεις μπορεί να μη σταματήσεις ποτέ.
Αν αρχίσεις να τις κατεβαίνεις μπορεί να μη σταματήσεις ποτέ.
Και οι συγγραφείς, κι αυτοί παρακαλώ, ας προσέχουν. Αν, επιθυμώντας ίσως να ξορκίσουν την καταθλιπτική πραγματικότητα, υποκύψουν στον πειρασμό να γράφουν τέτοια κείμενα, σύντομα δεν θα έχουν πλέον αναγνώστες.
Σιγά που δεν θα έχουν. Και έτσι να γίνει, θα διαβαζόμαστε μεταξύ μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό ναι, στο υπογράφω :)
Διαγραφή