Τον βγάλαμε κι αυτόν τον δύσκολο χειμώνα, αγαπητοί μου φίλοι. Ήρθε επιτέλους η άνοιξη. Τη νοιώθω να σκιρτάει μέσα μου, τη βλέπω γύρω μου. Στον κήπο ανθίζουν όλα τα φυτά. Οι αγγελικές, οι δάφνες, τα σκυλάκια. Λουλούδια ξεμυτίζουν από παντού. Τα γιασεμιά, που έχουν σκαρφαλώσει ως το μπαλκόνι, τεντώνονται να φτάσουν στην ταράτσα. Η γλυσίνα αγκαλιάζει τρυφερά τη μελία που ξύπνησε από τη χειμερία νάρκη. Η τριανταφυλλιά, που είχε ξεραθεί, πέταξε ένα καινούργιο πράσινο βλαστό και πάνω του τρυφερά φυλλαράκια ξεδιπλώνονται δειλά δειλά. Οι νεραντζιές, όταν φυσάει το αεράκι, σκεπάζουν το πεζοδρόμιο με ένα στρώμα άσπρα πέταλα. Η μυρωδιά σε πλαντάζει. Πεταλούδες, άλλες με κίτρινα φτερά και άλλες με κοκκινόμαυρα, πετούν από λουλούδι σε λουλούδι. Το βουητό από τις μέλισσες ηχεί στα αυτιά μου σαν θεία μουσική.
Είναι ωραία η άνοιξη. Ευλογημένη. Θα ήταν πιο ωραία αν δεν υπήρχαν οι γαμημένες οι ακρίδες.
Οι ακρίδες ξεπροβάλλουν από παντού. Είναι πολλές, μιλιούνια. Τινάζω τα κλαριά και σκοτεινιάζει ο ήλιος. Είναι απαίσιες. Είναι αδηφάγες. Μασούν τα φυλλαράκια μόλις ξεπροβάλλουν. Τίποτα δεν αφήνουν πίσω τους. Τα ρημάζουν όλα. Ούτε τσουκνίδα δεν θα μείνει έτσι.
Σφάλισα τα παράθυρα, όμως βρήκαν τρόπο και μπήκαν. Τώρα έχουν εγκατασταθεί για τα καλά στο σπίτι. Σκαλώνουν στις κουρτίνες. Πηδούν σε κατευθύνσεις απρόβλεπτες. Κρέμονται από τα μανίκια ή τα μαλλιά σου κι όσο κι αν τις τινάζεις δεν φεύγουν. Πηδούν πάνω μου όταν ανοίγω τα ντουλάπια στην κουζίνα, γαντζώνονται στα φωτιστικά και στα κάδρα, τις ακούω να χαρχαλεύουν στα συρτάρια.
Έκαναν τη φωλιά τους μέσα στην τηλεόραση. Εκεί γεννούν τα αυγά τους. Συχνά κάνουν παράσιτα και την απορυθμίζουν. Τρώνε ότι βρουν, τρώνε χαρτιά, καταβροχθίζουν τα χαρτονομίσματα. Ανοίγω εφημερίδες ή βιβλία και βρίσκω σελίδες μισοφαγωμένες. Κατά προτίμηση τις αδιάβαστες.
Κάθομαι και τις παρατηρώ με τις ώρες. Αυτές ανταποδίδουν άφοβα το βλέμμα μου. Κουνάνε τις κεραίες τους αργά, απειλητικά.
Αρχίζω να τις συνηθίζω. Συμβιβάστηκα, απελπίστηκα, δεν ξέρω. Τις αφήνω να κάθονται στο χέρι μου με τα αγκαθωτά πόδια τους και χαϊδεύω τη γκρίζα σκληρή τους πλάτη. Όταν αφανίσουν τον κήπο θα πρέπει να τους μαζεύω φύλλα από τους ξένους κήπους. Θα τους τα απλώνω πάνω στο τραπέζι και θα έρχονται πετώντας σαν σπουργίτια.
Είναι, διάβασα στον ονειροκρίτη, προμήνυμα συμφοράς να βλέπεις ακρίδες στον ύπνο σου. Στον ξύπνιο σου είναι η ίδια η συμφορά αυτοπροσώπως, η όγδοη πληγή του Φαραώ είναι.
Είχα σκοπό να σας καλέσω στον κήπο μου, τώρα την άνοιξη. Για ένα καφεδάκι, μια ρακή, οτιδήποτε. Καλύτερα να το αναβάλλουμε. Για καλύτερες μέρες.