Διακόσια είκοσι εννιά - εννιακόσια είκοσι ένα. Ηράκλειο, οδός Λασιθίου. Μια ζεστή, καλοκαιριάτικη μέρα, ένα πιτσιρίκι αποφασίζει χωρίς λόγο να αποστηθίσει τον αριθμό της πινακίδας ενός Opel Caravan και να μην τον ξεχάσει
ποτέ. Πενήντα τόσα χρόνια
μετά, θυμάμαι ακόμα
αυτόν τον αριθμό, όπως
θυμάμαι κι εκείνο το παιδί που με κοιτάει
από το παρελθόν σαν να επιθυμούσε
εκείνη η μέρα να μείνει στη μνήμη του
άντρα που θα γίνει κάποτε,
έτσι ώστε αυτό το μυστικό που μοιραζόμαστε
να γίνει η
απόδειξη ότι είμαστε ένα. Είναι ακόμα
εκεί και με κοιτάει και χαίρεται που
δεν το ξέχασα. Έδωσε μια υπόσχεση στο
μέλλον και την κράτησε.
Σήμερα, όπως καθόμουν στην αυλή, μια
άσπρη πεταλούδα πέρασε μπροστά μου,
φτερούγισε άτσαλα στα γιασεμιά κι ύστερα
χάθηκε. Είχα στα χέρια μου την κάμερα
μα δεν την φωτογράφισα. Προτίμησα να
εντυπώσω στο μυαλό μου τη στιγμή με κάθε
λεπτομέρεια. Την κίνησή της, τα δροσερά
φυλλώματα που γυάλιζαν
στο φως, την ησυχία στο δρόμο, το
αεράκι. Δεν
θα σβηστεί ποτέ από το μυαλό μου αυτή
η στιγμή, αποφάσισα. Ούτε
στο μέλλον ούτε
στο παρελθόν. Διασχίζοντας
τις εποχές θα φτάσει και
σε εκείνη
τη ζεστή μέρα. Και τότε το
παιδί που χάρη σε έναν
αριθμό ζει μέσα
μου για
πάντα, κάθε
που βλέπει την άσπρη
πεταλούδα που φτερούγισε
μπροστά στα μάτια μας,
θα θυμάται
μια άλλη
καλοκαιριάτικη μέρα και
τον άντρα που θα γίνει κάποτε,
κι εγώ θα χαίρομαι που
ούτε κι αυτό
με έχει ξεχάσει, μετά
από τόσα χρόνια.
Διακόσια είκοσι εννιά - εννιακόσια είκοσι ένα. Ο αριθμός αυτός είναι το πέταγμα μιας πεταλούδας. Εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.